Το νόημα ήρθε πρωί- πρωί στην Πέρα Μεριά στην Κάτω Μεριά, στην Άνω Μεριά, στα νησιά, στα βουνά. Το βράδυ ήρθε άλλο. Απλώθηκε στον ουρανό, στην αμμουδιά στα βράχια στα αλμυρίκια, μπήκε στο μπετό, τους σκελετούς στο αλάτι το πιπέρι, στο φαγητό της Λυδίας στο γάλα το τυρί στα αγριοκάτσικα, μπήκε στο Σούπερ Μάρκετ σε μια έκθεση σε μια πέτρα, σ΄ ένα ξεσκονιστήρι, σ ένα φλυτζάνι νερό στη λειψυδρία. Όλα πήρανε νόημα και οι ανόητοι.
Αν έχει κάτι να μας πει το νόημα, θα ήταν εμφανές στη γλώσσα στις μορφές τη συμπεριφορά, στον λόγο και τις πράξεις.
Τίναξαν, τ ‘αναποδογύρισαν όλα, άδειασαν τον χώρο από το νόημα, το τοπίο έμεινε χωρίς νόημα. Βρήκα δίπλα λίγο, το κράτησα. Γύρω, του γύρισαν την πλάτη χωρίς να χαιρετήσουν.
Το έπιασαν το νόημα, οι εκτός σχεδίου, οι Αμετανόητοι. Δημιουργήσαν το Κεντρικό Πολεοδομικό Συμβούλιο Καταστροφής Νήσων Αιγαίου και Όρων Ελλάδας, (ΚΠΣ- ΚΝΑ-ΟΕ). Δημιουργήσαν το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο Καταστρατήγησης Αποφάσεων του Συμβουλίου Επικρατείας και Προεδρικών Διαταγμάτων, (ΕΠ-ΣΚΑΣΕ-ΠΔ). Η Ελλάδα έγινε η Μπαταρία της Ευρώ
πης- Δώρο μια πισίνα ανά τουρίστα και ένα ξερό χωράφι ανά αγρότη.
Ανακάλυψαν το βαθύτερο, το υψηλότερο νόημα, το υπέρτατο, της ανάπτυξης των ολιγαρχών. Το αντικρίζουμε σκυμμένοι ή όρθιοι, στη σκιά ή το φως ; Νηστικοί ή φαγωμένοι με κλειστά ή ανοιχτά τα μάτια, υπό γωνία ή μετωπικά με ή χωρίς προοπτική; Το νόημα αναπτύχθηκε ανακατεύθηκε.
Έμεινε λίγο για λίγους, νόστιμο.
Γύρω του περιστρέφονται οι μεγάλο - μικρό εργολάβοι, οι μεγάλο -μικρό αρχιτέκτονες οι τράπεζες, οι καταχαρείς καρχαρίες με μεγάλο- νοήματα, όλη η σημαντικότητα.
Υιοθέτησαν Nέα ονόματα, όπως Νέα Αστυπάλαια, Νέα Σίφνος, Νέα Ιος, Νέα Κέα, όπως Νέα Υόρκη , Νέα Σμύρνη, Νέα Φιλαδέλφεια.
Χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό γύρω από το νόημα του περιεχομένου της μορφής, το νόημα της μορφής του περιεχομένου, το νόημα τους προκύπτει ολοφάνερο, καλλιεργείται ολόκληρο, κόβεται όπου φυτρώνει ελεύθερο.
Βοηθούσης της χωρίς νόημα κυβέρνησης, πλέον, στη χώρα xωρίς νόημα, αναζητούν έργα χωρίς άλλο νόημα, αρκεί να έχουν ένα παραπλανητικό νόημα, ένα καλά κρυμμένο νόημα, ένα παράπλευρο νόημα, ένα ολιγαρχικό νόημα.
Εμείς βλέπουμε το νόημα του κενού βλέμματος της κότας που βαδίζει ευθεία, χωρίς να κοιτά μπροστά, βλέπουμε το νόημα των παγωμένων αισθήσεων, το νόημα της ποιότητας της ανθρώπινης ύπαρξης, του ανέγγιχτου περιβάλλοντος , το νόημα της αρμονίας, το νόημα της λογικής. Οι της αρπακτικής κτίζουν την ερήμωση. Εξυπηρετούν το όραμα τους η ευγένεια των ΜΑΤ, η βουλιμία, η εκμετάλλευση η καταστροφή, χωρίς προσχήματα.
Διακεκριμένοι επιστήμονες ανακάλυψαν το νόημα.
Αν δεν μειωθεί η περιβαλλοντολογική αλλοίωση, η ρύπανση, η φωτορύπανση, ο υπερτουρισμός, των ξένων τα δοχεία - τα ξενοδοχεία, ιδιαίτερα τα τουριστικά σύνθετα καταλύματα, τα «χωριά -πισίνα», αν δεν μειωθούν οι ανεμιστήρες στα βουνά –να εξυπηρετούν μόνο, τις τοπικές ανάγκες και όχι, τις εξαγωγές των μονοπωλίων - τότε είναι βέβαιο ότι θα μειωθούν το προσδόκιμο και η ποιότητα ζωής.
Ίσως αποφευχθεί αν η Ελληνική «αριστεία» με τους συνεργάτες της μεταναστεύσει σ΄άλλους παρθένους πλανήτες. Είναι πιθανόν να βουλιάξουν και αυτοί υπό το βάρος των καταθέσεων σε πολύτιμα μέταλλα.
Ξημέρωσε, το νόημα αποσυνδέθηκε, μπλέχτηκε σκάλωσε, έμεινε ακίνητο στον ορίζοντα, όπως η λέξη - ΤΕΛΟΣ - στις παλιές ταινίες.
Η σιωπή είναι εδώ, μαζεύει τη σκόνη, απενεργοποιεί τον ήχο, ενώνεται με τη γραφή, την ενατένιση χωρίς θαυμαστικά, επιφωνήσεις, σημεία στίξης,
η σιωπή είναι εδώ,
απλώνεται στο μαύρο κενό, όπου οι σκέψεις αναπηδούν με θόρυβο, όπως τα αριθμημένα μπαλάκια στροβιλίζονται, στο κλουβί, πριν την κλήρωση.
Αγαπά το λευκό πάνω στο λευκό, αγαπά τη δημιουργία, αγαπά την απουσία, την καθαρή σιωπή της.
Η σιωπή μου δεν μιλάει, οπως η σιωπή του ποιητή, είναι μάταιη, εύθραυστη, επιπόλαιη, αόρατη, είναι ένας βόμβος χωρίς ήχο.
Δεν πεθαίνει, αποσύρεται ανάμεσα σε τοίχους, υπόγεια, βουνά και ανέσεις.
Συγκεντρώνει σκέψεις, μαζεύει επιθυμίες, ελευθερώνει από λόγια,
διαλύεται σε χίλια κομμάτια.
Δύσκολη η σχέση της σιωπής με τη χαρά με τη δημιουργία εναι αχώριστη.
Υπάρχει ανυπόκριτη, πολύφωνη, ομόφωνη σιωπή ;
Είναι σαφές δεν είναι σοφή δεν είναι αρετή, δεν είναι πλούσια ή φτωχή.
Είναι υπέροχη η σιωπή του άδειου, του κενού, του ύψους, του βυθού, του μαρμάρου, του μάταιου, του έρωτα ενώνει όνειρα, τα διακόπτει.
Αγαπώ τη σιωπή, που δεν υποδέχεται τη βία, τον φασισμό, την καταστροφή,
τον φόβο, την αδικία, κάθε αποκλεισμό.
Αγαπώ τις φωνές, που ποιούν ανατροπές, που απωθούν σιωπηλές πλειοψηφίες, τις σιωπές της εξουσίας.
Ας κρατήσουμε ενός λεπτού φωνή
τον παράδεισο δεν τον ονειρεύομαι τον ζήσαμε. θυμάμαι όταν βρεθήκαμε, αγκαλιαστήκαμε αμέσως.οι υπόλοιπες αισθήσεις μας αργότερα χρειάσθηκε χρόνος. χρειάσθηκε κόπος. θυμάμαι τα χρώματα, τους ήχους, τις εναλλαγές του. θυμάμαι την αδιαφορία, την οργή, για κάθε κομμάτι που του έλειπε. θυμάμαι τα χειροκροτήματα, από τις γύρω βεράντες για την καταστροφή του. δεν σκέπαζαν το άγχος μου και ας τον φροντίζαμε και ας μεγαλώναμε τα δένδρα και ας περιορίζαμε τη θέα, για να μην την βλέπουμε, έβλεπε τη μελαγχολία μας, είναι εύθραυστος.
Περί λογοκρισίας των έργων τέχνης
Η βία που ασκούν θεσμικοί φορείς όταν λογοκρίνουν έργα καλλιτεχνών είναι σκανδαλώδης και είναι αυτονόητο ότι οι θεσμοί τέχνης πρέπει να καταδικάζουν άμεσα, ολοκληρωτικές πρακτικές εκείνων που αυτοπροβάλλονται ως φύλακες των ιερών και οσίων της «πατρίδας».
Όταν το έργο βγαίνει από το εργαστήριο του καλλιτέχνη, ψάχνοντας το κοινό του, είναι θεωρητικά ελεύθερο από αξιολογήσεις, λογοκρισίες και περιορισμούς, έχει τους δικούς του κανόνες.
Για να έχει όμως την τιμή να εκτίθεται πρέπει να γίνει αποδεκτό το περιεχόμενο, η μορφή και η συμπεριφορά -όχι μόνο του έργου αλλά και του καλλιτέχνη – από τον επιμελητή, τον ιστορικό και κριτικό, τον γκαλερίστα, τον δημοσιογράφο, τον έμπορο, από τα ιδρύματα τέχνης, τον διευθυντή μουσείου, από τον συλλέκτη και από τους άλλους καλλιτέχνες.
Συνοπτικά από ένα σύστημα που περιλαμβάνει άτομα διαφορετικής βαρύτητας και συνεισφοράς στην τέχνη, που εγγράφονται όμως σε αυτό με αυστηρά ιεραρχημένους μηχανισμούς και κανόνες, του παγκόσμιοποιημένου κόσμου της σύγχρονης τέχνης, ενός χρηματιστήριου που ενώ τα τελευταία χρόνια έχει δεκαπλασιάσει τον τζίρο του σε 67.8 δισεκατομμύρια, η μεγάλη πλειοψηφία άξιων καλλιτεχνών δεν μπορούν να ζήσουν από το έργο τους.
Αναλυτικότερα το 63% των πωλήσεων γίνονται σε Ηνωμένες πολιτείες και Μεγάλη Βρετανία το 17% στην Κίνα και το 7% στη Γαλλία. (Αnnual report Art Basel, Ubs).
«Πρόκειται για ένα σύστημα που γνωρίζει την τιμή του κάθε ενός, αλλά την αξία κανενός» (…είναι ο κυνισμός, απαντάει ο Λόρδος Darlington, του Οrson Wells).
“The Price of Everything”, ήταν και ο τίτλος της εικαστικής έκθεσης στο Whitney Museum, 2007.
Όταν το σημαντικό έργο του καλλιτέχνη συστηματικά αγνοείται, όταν δεν προτείνεται, δεν εκτίθεται, μένει απαρατήρητο χωρίς αναφορές, τότε θα μπορούσε ο καλλιτέχνης να νιώσει ότι σκόπιμα υποτιμάται και αποσιωπάται η αξία του για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με το έργο; Μπορεί να νιώσει την απόρριψη ως μια μορφή αόρατης λογοκρισίας;
Διαπιστώνουμε σε κάποιες εκθέσεις, πράγματι, τρανταχτές απουσίες. Έτσι βλέπουμε έργα που έχουν ήδη γίνει από απόντες καλλιτέχνες, πολύ καλύτερα, πριν δέκα και είκοσι χρόνια. Γνωρίζουμε έντυπα που δεν αναφέρoυν καλλιτέχνες με ενεργή εκθεσιακή παρουσία.
Προφανώς είναι άλλη η έννοια της λογοκρισίας που παρεμβαίνει αποκαθηλώνοντας τα έργα, από εκείνη την αθόρυβη που τα αποσιωπά και την επικίνδυνη λογοκρισία που παίρνει τη μορφή μιας γενικευμένης υποταγής σε σκοπιμότητες, μόδες και ορθόδοξες γνώμες.
Η συζήτηση περί αντικειμενικών και υποκειμενικών κριτήριων αξιολόγησης των έργων, για την αναγκαιότητα ή όχι κανόνων που ρυθμίζουν ακόμη και την ιδία τη γλώσσα και τη δημιουργία, αποτελούσε μέρος της ιστορίας της τέχνης, της αισθητικής, της φιλοσοφίας, εξελίχθηκε, στα διεθνή κέντρα της τέχνης σε αντικείμενο της οικονομίας.
Σε ό,τι αφορά την απόρριψη των καλλιτεχνικών έργων ιδρύθηκε, πρόσφατα, το Μουσείο της απαγορευμένης τέχνης, στη Βαρκελώνη από τον συλλέκτη Τaxto Benet.
Το ψηφιακό "Museum of Refused and Unrealised Art Projects,(MoRE), των Elisabett Modena και Marco Scotti, από το 2015 , συγκεντρώνει απορριφθέντα έργα. Βασίζεται σε μια έκθεση του 2009, του Hans Ulrich Obrist με 107 απραγματοποίητα projects καλλιτεχνών.
Το ψηφιακό Μουσείο ΜοRΕ, επιλέγει άραγε με τη σειρά του, ποια από τα απορριφθέντα ή μη υλοποιημένα έργα, θα εντάξει στη συλλογή του , απορρίπτοντας τα υπόλοιπα ;
Στο «Νεκροταφείο των Ανωνύμων Καλλιτεχνών», (ΝΑΚ, έργο Μ.Μπαμπούση, Ιλεάνα Τούντα, 2014), όλοι ανεξαιρέτως οι καλλιτέχνες, μετά θάνατον, εκθέτουν αιώνια σε μια ανοιχτή μόνιμη ομαδική έκθεση όλα τα έργα τους σε οθόνες πάνω από τον τάφο τους. Βέβαια προυπόθεση υλοποίησης του παραμένει, η παραχώρηση του χώρου ταφής, και του κατάλληλου εξοπλισμού.
ήχος ευπρόσδεκτος τρυφερός, ασαφής
κύμα με κύμα, στον βράχο, στην άμμο, στ’ αυτιά μου
ήχος αρχέγονος
ήχος αναπνοής κτύπος καρδιάς, υπόκωφο μαστίγωμα
ήχος πλατύς ανοιχτός, αέρινος
ήχος γεμάτος, συμπαγής
ήχος πυκνός, όπως η μάζα της θάλασσας κάτω από τα μάτια μας ,
ποτέ από επάνω μας
ο ήχος της θάλασσας υπερισχύει, ανακατεύει, υπνωτίζει τις σκέψεις
κτίζει ένα τείχος απομόνωσης, μια εσωτερική συνομιλία μία συναυλία
με βιολοντσέλα αερόφερτα κύματα, βότσαλα,
τα βράχια, η άμμος, τα αλμυρίκια, παίζουν σουίτες του Μπαχ
θεατές παρκαρισμένα σώματα, αυτοκίνητα ρακέτες ξαπλώστρες,
τα κύματα σπρώχνουν και σπρώχνονται, αποσύρονται, ξεντύνονται
ο ήχος από πλυντήριο στριφογυρίζει, επιταχύνει τραντάζει, ηρεμεί
το φως μειώνεται, οι γύρω βίλες συνωστίζονται
φωτοβολούν την πανσέληνο
οι ήχοι της καταστροφής επιταχύνονται
τα κύματα χαμηλώνουν, σβήνουν
ένα απαλό σούρσιμο ακούγεται έως το σούρουπο.
είναι η μουσική του αποχαιρετισμού της φύσης,
η υπενθύμιση της σφαγής της από τον άνθρωπο - του ανθρώπου από τη φύση;
είναι οι φωνές παιδιών μέσα στις χάρες και τα δάκρυα της θάλασσας;
είναι η θάλασσα χωρίς τον ήχο της